Ιδιοπαθής νόσος του Πάρκινσον και άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα (Parkinson-plus syndromes)

Τι είναι η ιδιοπαθής νόσος του Πάρκινσον (Parkinson);
Η ιδιοπαθής νόσος του Parkinson (Parkinson Disease - PD) είναι μια χρόνια, προοδευτικά εξελισσόμενη νευρολογική πάθηση, στενά συνδεδεμένη με το γήρας. Χαρακτηρίζεται κατά βάση από την εκφύλιση των ντοπαμινεργικών νευρώνων της μέλαινας ουσίας του μεσεγκεφάλου. Οι νευρώνες αυτοί απολήγουν φυσιολογικά στο ραβδωτό σώμα και ρυθμίζουν την κίνηση. Η ανωτέρω νευρωνική εκφύλιση οφείλεται στην αθρόα ενδοκυττάρια συσσώρευση των λεγόμενων έγκλειστων σωματίων Lewy και στην αύξηση των επιπέδων της α-συνουκλεϊνης στον εξωκυττάριο χώρο. Η νόσος επηρεάζει σχεδόν το 2% του συνόλου των ενηλίκων ηλικίας άνω των 65 ετών και περίπου το 3% των ατόμων ηλικίας άνω των 80 ετών. Η ακριβής αιτία της νόσου του Πάρκινσον παραμένει άγνωστη. Η πάθηση φαίνεται να είναι αποτέλεσμα ενός περίπλοκου συνδυασμού γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Κλινικές εκδηλώσεις της νόσου Parkinson
Ο κλινικός φαινότυπος της νόσου περιλαμβάνει κινητικές αλλά και μη κινητικές εκδηλώσεις.
Κινητικές εκδηλώσεις
Βασικό κλινικό γνώρισμα της πάθησης αποτελεί ο λεγόμενος παρκινσονισμός, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την παρουσία βραδυκινησίας ως κύριο σύμπτωμα, καθώς και τουλάχιστον ενός από τα εξής κλινικά χαρακτηριστικά: τρόμος, μυική δυσκαμψία και αστάθεια - απώλεια στατικών αντανακλαστικών. Συγκεκριμένα:
-
Βραδυκινησία: Αναφέρεται στη δυσκολία έναρξης και στη βραδύτητα επιτέλεσης των ακούσιων αλλά και συνειδητών, απλών ή σύνθετων κινήσεων, η οποία μπορεί να αξιολογηθεί με το ρυθμικό ανοιγοκλείσιμο των άκρων χειρών ή δακτύλων (“finger tapping”), το ρυθμικό χτύπημα του πέλματος στο έδαφος, τη γρήγορη εναλλαγή πρηνισμού-υπτιασμού του πήχη κ.α. Χαρακτηριστικά παρατηρούμε προοδευτική μείωση τόσο της ταχύτητας, όσο και του εύρους της επαναλαμβανόμενης κίνησης. Η βραδυκινησία επηρεάζει αρνητικά το σύνολο των απλών καθημερινών δραστηριοτήτων, πλήττοντας αρχικά την κινητικότητα που απαιτεί λεπτότητα και επιδεξιότητα (κούμπωμα κομβίων, χρήση μαχαιροπήρουνου, γραφή, χτένισμα κ.α). Στην περιοχή του προσώπου γίνεται αντιληπτή με το μειωμένο βλεφαρισμό (ακούσιο ανοιγοκλείσιμο των ματιών) και την ελαττωμένη μιμική εκφραστικότητα (υπομιμία). Αλλες κλινικές εκδηλώσεις απότοκες της βραδυκινησίας αποτελούν η υποφωνία (μειωμένη ένταση φώνησης), η δυσκαταποσία με τη συνεπακόλουθη σιελόρροια, η παθολογική βάδιση με τη δυσκολία στην έναρξή της, τα μικρά, συρρόμενα βήματα (“κολλώδες - μαγνητικό βάδισμα”) και την ελαττωμένη αιώρηση των άνω άκρων.
-
Μυική δυσκαμψία (εξωπυραμιδική δυστονία) Η δυσκαμψία είναι το φαινόμενο, που είναι υπεύθυνο για το «μάγκωμα» και τον πόνο, που περιγράφουν οι ασθενείς. Εκδηλώνεται διάχυτα ή εντοπισμένο σε ένα άκρο ή στον κορμό. Διακρίνουμε δύο τύπους εξωπυραμιδικής υπερτονίας : (α) το σημείο του “οδοντωτού τροχού” (την αίσθηση «γραναζιού» που ο εξεταστής συναντά κατά την αργή, παθητική κίνηση μιας άρθρωσης, πχ. του καρπού) και (β) το σημείο του “μολυβδοσωλήνα” (που συνίσταται στην εμφάνιση σταθερής αντίστασης καθ’ όλο το εύρος της παθητικής κίνησης).
-
Τρόμος (παρκινσονικός τρόμος): Ο τρόμος στη νόσο του Parkinson είναι τρόμος ηρεμίας, εμφανιζόμενος όταν το άκρο είναι εντελώς χαλαρό, δίχως να επιδρά πάνω του η βαρύτητα. Χαρακτηριστικά είναι ασύμμετρος, πλαγιώνει στην πλέον προσβεβλημένη πλευρά του σώματος, είναι ρυθμικός με συχνότητα 4–6 Hz και το εύρος του ποικίλει. Παρομοιάζεται με την κίνηση που κάνει κάποιος όταν «μετρά κέρματα». Όπως όλες οι μορφές τρόμου επιδεινώνεται με τη συναισθηματική φόρτιση, ενώ καταστέλλεται κατά την εκούσια κίνηση του προσβεβλημένου άκρου. Δύναται να εμφανισθεί στα άκρα (άνω και κάτω), την κεφαλή και την κάτω γνάθο. Η παρουσία του δεν είναι επιτακτική για τη διάγνωση της νόσου. Διακρίνουμε την τρομώδη και την ακινητική (δυσκαμπτική) μορφή της νόσου, με την τρομώδη μορφή να εμφανίζει σαφώς ηπιότερη πορεία και καλύτερη πρόγνωση.
-
Αστάθεια - Διαταραχή της στάσης του σώματος: Πρόκειται για μία διαταραχή στην ισορροπία, η οποία δε μπορεί να αποδοθεί σε οπτικές, παρεγκεφαλιδικές, ιδιοδεκτικές ή λοιπές ορθοπεδικές διαταραχές. Στην ιδιοπαθή νόσο Parkinson τυπικά εκδηλώνεται σχετικά καθυστερημένα και εγκαθίσταται προοδευτικά, οδηγώντας σε αυξημένο κίνδυνο πτώσης του ασθενούς, ιδίως κατά τη στροφή ή την προσπάθεια υπερνίκησης κάποιου κωλύματος. Χαρακτηριστική είναι επίσης η σταδιακή εγκατάσταση της παρκινσονικής καμπτοκορμίας, ως αντιρρόπηση στη σταδιακή απώλεια των στατικών αντανακλαστικών και της προσβεβλημένης ικανότητας ισορροπίας. Η εν λόγω αστάθεια εκτιμάται κλινικά με τη λεγόμενη “δοκιμασία έλξης” (“pull test”), η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της νευρολογικής εκτιμήσεως.
Μη κινητικές εκδηλώσεις
-
Διαταραχές αυτονόμου νευρικού συστήματος (δυσαυτονομία), όπως π.χ δυσκοιλιότητα, συχνουρία και επιτακτική ούρηση, στυτική δυσλειτουργία, ορθοστατική υπόταση.
-
Διαταραχές ύπνου: Ιδιαίτερη εκδήλωση αποτελεί η διαταραχή συμπεριφοράς στον ύπνο REM (RBD), με ζωηρά όνειρα, φωνές και βίαιες κινήσεις, που μπορεί να οδηγήσουν σε τραυματισμούς. Συχνά συνυπάρχουν το σύνδρομο ανήσυχων ποδιών (RLS), η αποφρακτική υπνική άπνοια και τα επεισόδια υπνικής προσβολής (sleep attacks) κατά τη διάρκεια της ημέρας.
-
Διαταραχές ανώτερων νοητικών λειτουργιών: Υπολογίζεται πως το ⅓ περίπου των ασθενών με PD πληρούν τα κριτήρια της ήπιας γνωσιακής διαταραχής (Mild Cognitive Impairment - MCI) κατά την αρχική διάγνωση της νόσου. Σταδιακά εμφανίζονται διαταραχές προσοχής και συγκέντρωσης με ταυτόχρονη προσβολή των οπτικοχωρικών δεξιοτήτων, της ευφράδειας λόγου και των εκτελεστικών λειτουργιών (πρωτοβουλία, αναστολή, συμπεριφορική αυτορύθμιση, σχεδιασμός και λήψη αποφάσεων, κριτική ικανότητα), συχνά με συνοδό απάθεια και γνωστική δυσκαμψία. Έπειτα από 12 - 15 έτη νόσησης πάνω από το 50% των πασχόντων εμφανίζουν πλέον άνοια με σοβαρή εκτελεστική δυσλειτουργία και αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης.
-
Διαταραχές διάθεσης: Αφορούν το 40%-50% των ασθενών πέραν των 3 ετών νόσησης. Περιλαμβάνουν λυπηρό συναίσθημα, δυσθυμία ή καταθλιπτική διαταραχή, αγχώδεις εκδηλώσεις, ανηδονία, απάθεια, υποκειμενικό αίσθημα καταβολής ως συχνή ψυχοσωματική εκδήλωση και σπανιότερα κρίσεις πανικού ή έντονα ψυχαναγκαστικά στοιχεία.
-
Διαταραχές συμπεριφοράς άρση αναστολών, ανάρμοστη συμπεριφορά και υπερσεξουαλικότητα, εικόνα οργανικού ψυχοσυνδρόμου (delirium) με ευερεθιστότητα και σύγχυση, παραισθήσεις, ψευδαισθητώσεις και ψευδαισθήσεις, κατά βάση οπτικές.
-
Αισθητικές διαταραχές, όπως πόνοι, παραισθησίες και διαταραχές όσφρησης (υποσμία ή ανοσμία).
Διαφορική διάγνωση ιδιοπαθούς νόσου Parkinson
Όπως προελέχθει, στην περίπτωση της ιδιοπαθούς PD, δεν ανευρίσκεται, τόσο εργαστηριακά όσο και απεικονιστικά, συγκεκριμένη αιτία για την τυπικά ασύμμετρη, εξωπυραμιδική συμπτωματολογία του ασθενούς. Στην περίπτωση που, ο κλινικός παρκινσονισμός δύναται να αποδοθεί σε μία αναγνωρίσιμη, μη γενετική αιτία, γίνεται αυτομάτως λόγος για δευτεροπαθές ή συμπτωματικό παρκινσονικό σύνδρομο. Οι κυριότερες αιτίες δευτεροπαθούς παρκινσονισμού είναι οι ακόλουθες:
-
Υδροκέφαλος φυσιολογικής πίεσης (Normal pressure hydrocephalus - NPH)
-
Φάρμακα όπως νευροληπτικά/αντιψυχωσικά, μετοκλοπραμίδη κ.α (φαρμακευτικός παρκινσονισμός)
-
Αγγειακές βλάβες (ισχαιμικά ή αιμορραγικά ΑΕΕ, αγγειακές δυσπλασίες, συρρέουσες χρόνιες μικροϊσχαιμικές βλάβες) στην περιοχή των βασικών γαγγλίων (αγγειακός παρκινσονισμός)
-
Νεοπλασίες (της μέσης γραμμής ή στα βασικά γάγγλια)
-
Μεταβολικά αίτια, όπως διαταραχή του μεταβολισμού του χαλκού (M. Wilson)
-
Εγκεφαλίτιδες (West-Nile, HIV κ.α)
-
Τοξίνες - Βαρέα μέταλλα (μαγγάνιο - Mn) - Δηλητηρίαση από CO, μεθανόλη, οργανοφωσφορικά φυτοφάρμακα κ.α (τοξικός παρκινσονισμός)
-
Χρόνια τραυματική εγκεφαλοπάθεια, όπως σε αθλητές, πυγμάχους κ.α.
Επίσης η ιδιοπαθής PD πρέπει να διαφοροδιαγιγνώσκεται από:
-
Τον ιδιοπαθή ή οικογενή τρόμο και
-
Τα άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα (MSA, PSP, CBD, DLB)
Άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα
Τα άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα, γνωστά και ως Parkinson-plus syndromes, είναι μια ετερογενής ομάδα κλινικών οντοτήτων, που μοιράζονται αρκετά κοινά σημεία και συμπτώματα με τη νόσο του Parkinson, εμφανίζουν όμως ταυτόχρονα διακριτά κλινικά χαρακτηριστικά και διαφορετικό παθοφυσιολογικό και ιστολογικό υπόβαθρο. Περιλαμβάνουν παθήσεις όπως, η πολλαπλή συστηματική ατροφία (MSA), που χαρακτηρίζεται από το συνδυασμό εξωπυραμιδικών συμπτωμάτων και σοβαρών εκδηλώσεων από το αυτόνομο νευρικό σύστημα, η προοδευτική υπερπυρηνική παράλυση (PSP), που περιλαμβάνει διαταραχές ισορροπίας και οφθαλμοκινητικές εκδηλώσεις, η φλοιοβασική εκφύλιση (CBD), στην οποία συνυπάρχουν χαρακτηριστικές κινητικές και γνωσιακές διαταραχές, και η άνοια με σωμάτια Lewy (DLB), που χαρακτηρίζεται από πρώιμη εμφάνιση παρκινσονισμού και σοβαρής γνωσιακής έκπτωσης. Τα άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα συνήθως έχουν ταχύτερη εξέλιξη, περιορισμένη ανταπόκριση στη ντοπαμινεργική θεραπεία και φτωχότερη πρόγνωση.
Τα ακόλουθα σημεία και συμπτώματα, τα επονομαζόμενα “red flags”, πρέπει να εγείρουν την κλινική υποψία του θεράποντος, διότι μπορεί να υποδεικνύουν την παρουσία ενός άτυπου παρκινσονικού συνδρόμου:
-
Μη ανταπόκριση σε υψηλές δόσεις λεβοντόπας (έως 1.000 mg/ημέρα) αφού αποκλειστεί το ενδεχόμενο ανεπαρκούς απορρόφησης του φαρμάκου από το πεπτικό σωλήνα.
-
Σοβαρές διαταραχές του αυτόνομου νευρικού συστήματος με πρώιμη εμφάνιση, όπως:
-
Ορθοστατική υπόταση
-
Συγκοπικά επεισόδια
-
Στυτική δυσλειτουργία
-
Ακράτεια ή κατακράτηση ούρων
-
Ανιδρωσία
-
-
Παρεγκεφαλιδικά συμπτώματα
-
Εκτατικό πέλμα (ή αλλιώς θετικό Babinski) ως παθολογικό αντανακλαστικό, εφόσον δεν εξηγείται διαφορετικά (π.χ. Εξαιτίας προηγηθέντος εγκεφαλικού επεισοδίου)
-
Εκσεσημασμένο προσθιόκρανο (antecollis) ως αυχενική δυστονία
-
Αδυναμία κάθετης συζυγούς βλεμματικής κίνησης
-
Πρώιμη αστάθεια και πτώσεις
-
Απραξία
-
Εμφάνιση άνοιας εντός του πρώτου έτους νόσησης
-
Εμφάνιση οπτικών ψευδαισθήσεων κυμαινόμενης έντασης εντός του πρώτου έτους νόσησης.
Πολυσυστηματική ατροφία (MSA)
Η ατροφία πολλαπλών συστημάτων εκτιμάται ότι επηρεάζει περίπου 5 ανά 100.000 άτομα,προσβάλλοντας με την ίδια μάλλον συχνότητα τα 2 φύλα. Η μέση ηλικία εκδήλωσης της νόσου είναι κατά την 6η δεκαετία της ζωής.
Η πολυσυστηματική ατροφία (MSA) δύναται, αναλόγως της συμπτωματολογίας που κυριαρχεί, να διακριθεί σε δύο διαφορετικούς τύπους, τον παρκινσονικό (MSA-P), που αφορά περίπου το 60% των περιπτώσεων στον Ευρωπαϊκό χώρο και τον παρεγκεφαλιδικό (MSA-C). Στην MCA-P κυριαρχεί η εικόνα της akinetic-rigid μορφής της PD, με λιγότερο έκδηλη ασυμμετρία και σαφώς φτωχότερη απάντηση στην L-Dopa. Ο παρκινσονικός τρόμος ηρεμίας είναι σπάνιος (στο 9% περίπου των περιπτώσεων), ενώ χαρακτηριστικά αντί αυτού ανευρίσκεται ένας άρρυθμος και υψίσυχνος τρόμος θέσεως. Αντιθέτως στην MCA-C κυριαρχούν οι παρεγκεφαλιδικές εκδηλώσεις με ατακτικό βάδισμα σε ευρεία βάση, αταξία άκρων με διαταραχή συνέργειας των εκούσιων κινήσεων, διαταραχές οφθαλμοκινητικότητας και αταξική (παρεγκεφαλιδική) δυσαρθρία. Πέραν των κινητικών εκδηλώσεων, χαρακτηριστική αλλά και επιτακτική για την κλινική υποψία της νόσου είναι η προσβολή του αυτόνομου νευρικού συστήματος με πλέον συνήθη συμπτώματα αυτά της ορθοστατικής υπότασης, της ακράτειας ούρων και της στυτικής δυσλειτουργίας, τα οποία όχι σπάνια προηγούνται της εμφάνισης των κινητικών φαινομένων. Σε προχωρημένα στάδια της νόσου συχνά συνυπάρχουν εισπνευστικός συριγμός (stridor) και δυσφαγία. 30–50% των ασθενών με MSA εκδηλώνουν σημεία και συμπτώματα εκ της πυραμιδικής οδού, στοιχεία τα οποία απουσιάζουν από έναν τυπικό ασθενή με ιδιοπαθή PD. Εστιακές δυστονίες, επώδυνες ή μη και συνοδές κακώσεις (anterocollis, Pisa syndrom, αγκυλώσεις-παραμορφώσεις άκρων χειρών/ποδών) δεν είναι σπάνιες. Τέλος πολλοί ασθενείς με MSA εμφανίζουν διαταραχές της REM φάσης του ύπνου.
Η μέση διάρκεια ζωής ενός ασθενούς με MCA, έπειτα ενάρξεως των συμπτωμάτων της νόσου, ανέρχεται περίπου στα 9 έτη. Συνήθως εντός 5ετίας οι ασθενείς εκδηλώνουν σοβαρό κινητικό περιορισμό με ανάγκη χρήσης αναπηρικού αμαξιδίου. Στοιχεία όπως η μεγάλη ηλικία, ο τύπος MCA-P της νόσου και η σοβαρή προσβολή του ΑΝΣ σχετίζονται με φτωχότερη πρόγνωση, σε αντίθεση με τον τύπο MCA-C και την καθυστερημένη ανάπτυξη έκδηλης δυσαυτονομίας.
Προϊούσα Υπερπυρηνική Παράλυση
Πρόκειται για μία σπάνια νευροεκφυλιστική νόσο, άγνωστης αιτιολογίας, με επιπολασμό περίπου 5/100.000 και τους άντρες να προσβάλλονται ελαφρώς συχνότερα από τις γυναίκες σε αναλογία 3:2. Εκδηλώνεται πέραν του 40ου έτους ηλικίας. Ανήκει στις λεγόμενες tau-πάθειες με εναπόθεση φωσφορυλιωμένης tau-πρωτεϊνης και τον επακόλουθο θάνατο νευρώνων και αστρογλοιακών κυττάρων, κατά βάση στην περιοχή των βασικών γαγγλίων. Η κλινική εικόνα περιλαμβάνει:
-
Πρώιμη (ήδη από το 1ο έτος νόσησης) διαταραχή ισορροπίας κατά τη στάση και βάδιση με τάση για πτώσεις, κυρίως προς τα πίσω.
-
Υπερπυρηνική διαταραχή οφθαλμοκινητικότητας με αδυναμία της κάθετης συζυγούς βλεμματικής κίνησης, χαρακτηριστικά προς τα κάτω.
-
Συμμετρικός παρκινσονισμός υποκινητικού-δύσκαμπτου τύπου, με προσβολή κυρίως των κορμικών και των κεντρομελικών μυών, χαρακτηριστικά με ανεπαρκή ανταπόκριση στην L-Dopa.
-
Δυσαρθρία και δυσκαταποσία (υπερπυρηνική προσβολή)
-
Γνωσιακή έκπτωση ως επί υποφλοιώδους άνοιας (έλλειψη πρωτοβουλίας, δυσκολία στη λήψη αποφάσεων και στην επίλυση προβλημάτων, προσβολή μνήμης)
-
Συναισθηματική αστάθεια, συχνά αυτόματο και απρόσφορο γέλιο ή κλάμα.
-
Καταθλιπτική διάθεση, απάθεια.
-
Έκπληκτο ή φοβισμένο βλέμμα.
-
Σπάνια: τρόμος, μυοκλονίες, πυραμιδικά σημεία, δυστονικά φαινόμενα, διαταραχές εκ του ΑΝΣ.
Άνοια με σωμάτια Lewy (Lewy Body Dementia - LBD)
Πρόκειται για μία συνουκλεοπάθεια με χαρακτηριστική εναπόθεση σωματίων Lewy αρχικά στο νεοφλοιό και στο μεταιχμιακό σύστημα του εγκεφάλου, με επιπολασμό περίπου 400/100.000, που προσβάλλει συχνότερα τους άντρες. Αφορά το 20% περίπου των περιπτώσεων άνοιας, αποτελώντας πιθανότατα τη δεύτερη σε συχνότητα μορφή νευροεκφυλιστικής άνοιας σε ηλικίες > 65 ετών, μετά φυσικά τη νόσο Alzheimer. Τα βασικά κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου είναι τα εξής:
-
Προοδευτικά επιδεινούμενες εκδηλώσεις υποφλοιώδους και κατά δεύτερο χρόνο φλοιώδους άνοιας με εκτελεστική δυσλειτουργία, διαταραχές προσοχής - συγκέντρωσης, ψυχοκινητική επιβράδυνση και σημαντική προσβολή των οπτικοχωρικών δεξιοτήτων. Σημαντικές διαταραχές μνήμης συνήθως δεν είναι παρούσες στα αρχικά στάδια της νόσου. Η νοητική έκπτωση χαρακτηριστικά εμφανίζεται εντός του 1ου έτους από ενάρξεως των κινητικών εκδηλώσεων (παρκινσονισμού) ή μπορεί και να προηγούνται αυτών, σε αντίθεση με τη νόσο Parkinson, όπου η άνοια της νόσου εκδηλώνεται πέραν των 10 ετών νόσησης
-
Ταχείες, έντονες διακυμάνσεις των νοητικών λειτουργιών και της εγρήγορσης εντός του ιδίου 24ώρου.
-
Παρατεταμένες παραισθήσεις και οργανωμένες,λεπτομερείς, οπτικές ψευδαισθήσεις, οι οποίες συνήθως αφορούν πρόσωπα ή ζώα και επιφέρουν ανησυχία και φόβο στον πάσχοντα. Οι ψευδαισθήσεις αυτές εμφανίζονται αυθόρμητα ή έπειτα λήψεως ακόμη και μικρών δόσεων L-Dopa. Αυτή ακριβώς η δυσανεξία στη ντοπαμίνη είναι χαρακτηριστική στη LBD. Οι ακουστικές ψευδαισθήσεις είναι αντιθέτως σπάνιες.
-
Διαταραχή συμπεριφοράς κατά τον ύπνο REM με ζωηρά όνειρα και κίνδυνο τραυματισμού του ιδίου του ασθενούς ή του/της συντρόφου του, λόγω της έκδηλης κινητικής αναπαράστασής τους.
-
Χαρακτηριστικά ενός υποκινητικού-άκαμπτου συνδρόμου Πάρκινσον (βραδυκινησία και μυική δυσκαμψία με προσβολή των κορμικών μυών).
-
Χαρακτηριστική υπερευαισθησία στα αντιψυχωτικά (“νευροληπτική ευαισθησία”)
-
Σοβαρή αυτόνομη δυσλειτουργία, π.χ. δυσκοιλιότητα, ορθοστατική υπόταση, ακράτεια ούρων.
-
Υπερυπνία.
-
Πτώσεις ή παθολογική στάση κατά την ορθοστάτηση και βάδιση (π.χ σ. Pisa).
-
Απάθεια, άγχος και κατάθλιψη.
Ένεκα των εξωπυραμιδικών εκδηλώσεων, της προοδευτικά επιδεινούμενης βάδισης, της δυσαυτονομίας του αυτονόμου, των πτώσεων και της δυσφαγίας οι ασθενείς καθίστανται κατακεκλιμένοι και ο θάνατος επέρχεται από επιπλοκές με συνηθέστερη αυτή της πνευμονίας από εισρόφηση. Γενικότερα το προσδόκιμο επιβίωσης κυμαίνεται κατά μέσο όρο στα 7-8 έτη.
Φλοιοβασική Εκφύλιση (Corticobasal Degeneration - CBD)
Πρόκειται για μία σπάνια νευροεκφυλιστική νόσο (tau-πάθεια) με προσβολή του εγκεφαλικού φλοιού και των βασικών γαγγλίων. Εκδηλώνεται σε άτομα ηλικίας 50 - 70 ετών με μέση επιβίωση περί τα 7 έτη.
Η νόσος περιλαμβάνει μία μείξη κινητικών εκδηλώσεων και συμπτωμάτων ενδεικτικών φλοιικής δυσλειτουργίας. Πιο συγκεκριμένα τα βασικά κλινικά χαρακτηριστικά της νόσου είναι τα εξής:
-
Ασύμμετρος παρκινσονισμός συνήθως αρχικά με προσβολή του άνω άκρου και φαινόμενα υποκινησίας και μυικής δυσκαμψίας με ανεπαρκή ανταπόκριση στη χορήγηση L-Dopa. Προοδευτικά οι εξωπυραμιδικές εκδηλώσεις επεκτείνονται στο ήμισυ του σώματος με αποτέλεσμα δυσχέρεια βάδισης, αστάθεια και πτώσεις
-
Δυστονική θέση του άκρου (καθήλωση αυτου με κάμψη πήχη και δακτύλων έως και σφιχτή γροθιά) ή/και μυοκλονίες (ξαφνικά, αστραπιαία, ακούσια τινάγματα)
-
Φαινόμενο “ξένου μέλους” (alien limb) με δυσχέρεια στη χρήση και το μυικό έλεγχο του προσβεβλημένου άκρου, το οποίο ο πάσχων αντιλαμβάνεται ως ξένο. Ενίοτε εκδηλώνονται και ακούσιες κινήσεις. Συνήθως προσβάλλεται το αριστερό (μη επικρατητικό) άνω άκρο
-
Απρακτικά φαινόμενα (ιδεοκινητική απραξία και κινητική απραξία του άκρου)
-
Αφασικές εκδηλώσεις (ως διαταραχή του λόγου)
-
Μέτριας βαρύτητας πυραμιδικά σημεία ή συμπτώματα με υπερρεφλεξία
-
Οπτική ή αισθητηριακή ημιαμέλεια του σώματος
-
Έκπτωση νοητικών λειτουργιών με στοιχεία υποφλοιώδους και φλοιώδους άνοιας συνήθως μέτριας βαρύτητας
-
Δυσαρθρία - Δυσκαταποσία
-
Ψυχιατρικές εκδηλώσεις: απάθεια, απώλεια κινήτρου, κατάθλιψη, άγχος, ευερεθιστότητα
-
Υπερπυρηνική διαταραχή των κινήσεων των ματιών
Διάγνωση ιδιοπαθούς νόσου του Πάρκινσον και άτυπων παρκινσονικών συνδρόμων
Δυστυχώς δεν υπάρχει συγκεκριμένη εργαστηριακή ή απεικονιστική εξέταση για την έγκαιρη και βέβαιη διάγνωση της νόσου. Αντιθέτως η διάγνωση βασίζεται κυρίως στη λήψη του ατομικού και οικογενειακού ιατρικού αναμνηστικού του ασθενούς καθώς και στη λεπτομερή νευρολογική εξέταση, κατά την οποία αναζητούνται μεταξύ άλλων τα βασικά κλινικά γνωρίσματα του παρκινσονισμού (βραδυκινησία + 1 εκ των 3 - μυική δυσκαμψία, τρόμος ηρεμίας, απώλεια στατικών αντανακλαστικών με αστάθεια +/- πτώσεις).
Ο διαγνωστικός έλεγχος περιλαμβάνει:
-
MRI εγκεφάλου για τον αποκλεισμό άλλων αιτιών παρκινσονισμού (αγγειακός παρκινσονισμός, νεοπλασίες, υδροκέφαλος φυσιολογικής πίεσης)
-
Σπινθηρογραφική απεικόνιση των βασικών γαγγλίων µε Ι-123-ιοφλουπάνιο (DaTSCAN) για τη διαφορική διάγνωση του εκφυλιστικού παρκινσονισμού, όπου παρατηρείται μειωμένη προσυναπτική επαναπρόσληψη της ντοπαμίνης στα βασικά γάγγλια, από τον ιδιοπαθή τρόμο και τον φαρμακευτικό παρκινσονισμό.
-
Μέτρηση σερουλοπλασμίνης αίματος και χαλκού ούρων 24ώρου σε ασθενείς ηλικίας μικρότερης των 50 ετών, οι οποίοι εκδηλώνουν παρκινσονισμό, προκειμένου να αποκλειστεί η νόσος Wilson, μία διαταραχή του μεταβολισμού του χαλκού με εναπόθεση αυτού μεταξύ άλλων στο ΚΝΣ με επακόλουθες νευρολογικές επιπτώσεις.
-
Εξέταση της όσφρησης για αναζήτηση υποσμίας ή ανοσμίας, μιας και η διαταραχή της όσφρησης δύναται να αποτελεί ένα από τα πρωιμότερα συμπτώματα της νόσου, πολλά έτη προ της εμφάνισης των πρώτων κλινικών εκδηλώσεων.
-
Παρακολούθηση της ανταπόκρισης στη θεραπεία με ντοπαμινεργικά φάρμακα, καθώς στα άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα αυτή είναι συχνά απογοητευτική.
Θεραπεία ιδιοπαθούς νόσου του Πάρκινσον και άτυπων παρκινσονικών συνδρόμων
Η νόσος του Parkinson δεν επιδέχεται ιάσεως, τουλάχιστον επί του παρόντος. Η θεραπευτική προσέγγιση του ασθενούς στοχεύει στην ύφεση των παθολογικών κλινικών του εκδηλώσεων, τη βελτίωση της γενικής κλινικής του εικόνας, την ανακούφιση του και δυνητικά στη λεγόμενη νευροπροστασία. Αυτή περιλαμβάνει:
-
Φαρμακευτική αγωγή
-
Λεβοντόπα: Χορηγείται σε συνδυασμό με καρβιντόπα, έναν περιφερικό αναστολέα της αποκαρβοξυλάσης της Dopa, προς αποφυγή μετατροπής της σε ντοπαμίνη στη συστηματική κυκλοφορία. Αποτελεί το πλέον αποτελεσματικό φάρμακο για τα συμπτώματα της νόσου. Οι δόσεις ποικίλουν ανάλογα με το στάδιο της νόσου και την ανοχή του ασθενούς. Οι συνηθέστερες παρενέργειες είναι η ναυτία, η κόπωση, η ορθοστατική υπόταση, η σύγχυση και οι ψευδαισθήσεις.
-
Ντοπαμινεργικοί αγωνιστές (ροτιγοτίνη, πραμιπεξόλη, ροπινιρόλη, αποφορφίνη): Δρουν επί των υποδοχέων ντοπαμίνης, διεγείροντάς τους. Λιγότερο αποτελεσματικοί συγκριτικά με τη λεβοντόπα με μεγαλύτερη διάρκεια δράσης και συχνότερες ανεπιθύμητες ενέργειες με χαρακτηριστική αυτή της διαταραχής του ελέγχου των παρορμήσεων.
-
Αναστολείς ενζύμου COMT (εντακαπόνη): Χορηγούνται σε συνδυασμό με λεβοντόπα/ καρβιντόπα και περιορίζουν τον καταβολισμό της ντοπαμίνης εντός του ΚΝΣ. Χρησιμοποιούνται για τις κινητικές διακυμάνσεις της νόσου.
-
Αναστολείς MAO-Β (ρασαγιλίνη, σαφιναμίδη)
-
Αμανταδίνη: Αντιικός παράγοντας με ντοπαμινεργική δράση και βελτίωση των δυσκινησιών μέσω ανταγωνισμού των NMDA υποδοχέων.
-
Αντιχολινεργικά (τριεξυφαινιδύλη): Αποτελεσματικά κυρίως για τον τρόμο, με μικρό όφελος στα συμπτώματα βραδυκινησίας και δυσκαμψίας. Συχνές ανεπιθύμητες ενέργειες αποτελούν η δυσκοιλιότητα, η ξηροστομία, η κατακράτηση ούρων και η σύγχυση, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους.
-
-
Διαχείριση των συνοδών συμπτωμάτων
-
Σιελόρροια: ατροπίνη 1% υπογλωσσίως, εγχύσεις αλλαντικής τοξίνης στους σιελογόνους αδένες κάθε 3 μήνες
-
Δυσκοιλιότητα: Macrogol (θεραπεία 1ης εκλογής) - Prucaloprid (2ης εκλογής)
-
Ορθοστατική υπόταση: Midodrin, Fludrocortison
-
Νευρογενής κύστη (υπερδραστηριότητα του εξωστήρα με συχνουρία, έπειξη προς ούρηση και νυκτουρία): Αντιχολινεργικά (Oxybutinin, Tolterodin, Solifenacin, Darifenacin, Trospium), Mirabegron.
-
Κατάθλιψη: εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) κατά προτίμηση σερτραλίνη.
-
Ψύχωση: νευροληπτικά κυρίως κλοζαπίνη και κουετιαπίνη
-
-
Εν τω βάθει εγκεφαλική διέγερση (Deep Brain Stimulation - DBS). Πρόκειται για μία ενδεδειγμένη και επιβεβαιωμένα αποτελεσματική επεμβατική μέθοδο, που προορίζεται για τη συμπτωματική θεραπεία ασθενών με νόσο Πάρκινσον, οι οποίοι έπειτα από αρκετά έτη νόσησης εκδηλώνουν πλέον έντονες κινητικές διακυμάνσεις, δυσκινησίες ή/και τρόμο, που δε δύναται να προσεγγιστούν επαρκώς με τη φαρμακευτική αγωγή. Ο ηλεκτρικός ερεθισμός νευρικών κυττάρων και δεσμών με χρήση ανασταλτικών συχνοτήτων επιφέρει μακροχρόνια βελτίωση των συμπτωμάτων κατά μέσο όρο στο 70% των περιπτώσεων δίχως σοβαρές παρενέργειες. Η εμφύτευση των ηλεκτροδίων στοχεύει κατά κανόνα σε 3 διαφορετικές δομές του εγκεφάλου, τον υποθαλαμικό πυρήνα (STN), την εσωτερική μοίρα της ωχράς σφαίρας (GPi) και τον κοιλιακό ενδιάμεσο πυρήνα του θαλάμου ή την οπίσθια υποθαλαμική περιοχή (VIM). Η επιλογή του στόχου είναι εξατομικευμένη και εξαρτάται μεταξύ άλλων από τα κύρια συμπτώματα του ασθενούς (π.χ ωχρά σφαίρα για υπερκινησίες). Συνήθως διεγείρεται ο υποθαλαμικός πυρήνας εξαιτίας του μακροχρόνιου αποτελέσματος.
-
Φυσικοθεραπεία/Εργοθεραπεία/Λογοθεραπεία
-
Ψυχολογική υποστήριξη
Τα άτυπα παρκινσονικά σύνδρομα έχουν περιορισμένη ανταπόκριση στη ντοπαμινεργική θεραπεία, οπότε η θεραπευτική τους προσέγγιση περιλαμβάνει κυρίως τη συντηρητική διαχείριση των συνοδών συμπτωμάτων με κατάλληλα φαρμακευτικά μέσα και υποστηρικτικές θεραπείες, όπως φυσικοθεραπεία, εργοθεραπεία και λογοθεραπεία για βελτίωση της κινητικότητας, της ομιλίας και της κατάποσης και αποφυγή επιπλοκών.